Γκαζοζέν: μικρό αυτοκίνητο , κινούμενο κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο με συσκευή παραγωγής αερίων . Κατά επέκταση , κάθε μικρό , παλιό και γενικά δυσκίνητο αυτοκίνητο .
Γκαιμπελικός
Γκαιμπελικός : αυτός που σχετίζεται με παραπληροφόρηση , με συκοφαντίες και αθέμιτη συμπεριφορά .
Γκαιμπελίσκος
Γκαιμπελίσκος: άθλιος προπαγανδιστής , τιποτένιος και ανάξιος λόγου για τις πράξεις του.
Μαλοτύρα
Μαλοτύρα : Κρητικό τσάι του βουνού.
Μπαραμπάκος
Μπαραμπάκος (ο): γραφική φιγούρα των Χανίων που πέθανε πριν 13 χρόνια περίπου. Σημαίνει χαμένος , δυστυχισμένος .
Ορθή
Ορθή (η): η τελευταία τσικουδιά η οποία πίνεται στα όρθια πριν την αναχώρηση.
Σταμναγκάθι
Σταμναγκάθι (το): αγκαθωτός θάμνος με τρυφερά φύλλα το οποίο τρώγεται με λάδι και ξίδι.
Στάκα
Στάκα (η): είδος βουτύρου, πρώτη ύλη του οποίου είναι οι πέτσες που σχηματίζονται στο πρόβειο γάλα.
Τάκος ή ντάκος
Τάκος ή ντάκος : βρεγμένο παξιμάδι με μπόλικη ψιλοκομμένη ντομάτα και μυζήθρα από πάνω.
Αγγίνιο
Αγγίνιο: καινούργιο .
Αγλάκι
Αγλάκι: τρέξιμο.
Αγλακιχτής
Αγλακιχτής : δρομέας.
Αδιάρμιστος
Αδιάρμιστος : ακατάστατος , αταχτοποίητος .
Αίγα
Αίγα : η γίδα .
Ασκολύμπρι
Ασκολύμπρι (οι): Κρητικό χορταρικό.
Γκρούβομαι
Γκρούβομαι: πνίγομαι.