Γιαπράκι : ντολμαδάκι με κιμά , ρύζι και μυρωδικά τυλιγμένο σε αμπελόφυλλο.
Γιαραμπής
Γιαραμπής : ο Αλλάχ , ο θεός
Γιασμάκι
Γιασμάκι : καλύπτρα που σκεπάζει το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλιού και του προσώπου των Μουσουλμάνων γυναικών , για να μην εκτίθεται το πρόσωπό τους σε δημόσια θέα
Γεωτροπισμός
Γεωτροπισμός : η επίδραση που ασκεί η δύναμη της βαρύτητας στον καθορισμό της διεύθυνσης που παίρνει ένας φυτικός οργανισμός ως προς την επιφάνεια της γης κατά την ανάπτυξή του .
Γιατάκι
Γιατάκι : το στρώμα πάνω στο οποίο ξαπλώνει κανείς , το κρεβάτι.
Γηγενής
Γηγενής : αυτός που έχει γεννηθεί σε έναν τόπο , που ανήκει σε αυτόν ως ντόπιος κάτοικος.
Γιατροπορεύω
Γιατροπορεύω : παρέχω σε κάποιον πρώτες βοήθειες με πρόχειρα μέσα , μέχρι να έρθει ο γιατρός.
Γηθοσύνη
Γηθοσύνη : η μεγάλη χαρά και ευχαρίστηση
Γιδάρης
Γιδάρης : αυτός που βόσκει γίδια , ο γιδοβοσκός.
Γήλοφος
Γήλοφος : χαμηλό χωμάτινο ύψωμα , λοφίσκος
Γινάτι – ινάτι
Γινάτι – ινάτι : το πείσμα , η ισχυρογνωμοσύνη
Πίσσης
Πίσσης : αμαρτωλός .
Πιτυλώ
Πιτυλώ : πιτσιλίζω.
Πλιά κακά
Πλιά κακά : πολύ χειρότερα.
Πλουμιά
Πλουμιά : στολίδια.
Ποβγάνω
Ποβγάνω : διώχνω .