Γομάρι: το φορτίο του υποζυγίου
ΔΙΠΛΑ ΘΑ ΠΑΡΩ ΤΑ ΒΟΥΝΑ
Δίπλα θα πάρω τα βουνά: (στερεότυπη έκφραση )θα φύγω μακριά
ΨΑΡΑΙΝΩ
Ψαραίνω : γκριζάρω, γίνομαι ψαρός (γκρίζος)
ΨΑΡΑΙΝΩ
Ψαραίνω : γκριζάρω, γίνομαι ψαρός (γκρίζος)
ΒΕΛΤΙΩΣΙΜΟΣ
Βελτιώσιμος : αυτός που μπορεί να βελτιωθεί.
ΒΕΛΗΝΕΚΕΣ
Βεληνεκές : η απόσταση από το σημείο βολής ως το σημείο πτώσεως του βλήματος πυροβόλου όπλου
ΒΕΛΤΙΩΤΙΚΟΣ
Βελτιωτικός : αυτός που συντελεί στην βελτίωση .
ΒΕΛΟ
Βέλο : λεπτό δικτυωτό ύφασμα που καλύπτει τα γυναικεία καπέλα ή και μέρος από το πρόσωπο
ΒΕΝΕΔΙΚΤΙΝΗ
Βενεδικτίνη : γαλλικό ηδύποτο ( λικέρ) , που παρασκευάζεται από διάφορα αρωματικά φυτά και έχει κίτρινο χρώμα .
ΒΕΛΟΥΧΙ
Βελούχι : πηγή με άφθονο νερό ή εγκατάσταση κοντά σε πηγή ή ποτάμι
ΒΔΕΛΥΓΜΑ
Βδέλυγμα : οτιδήποτε προκαλεί αηδία , αποτροπιασμό
ΒΕΝΕΔΙΚΤΙΝΟΣ
Βενεδικτίνος : ο μοναχός του τάγματος του Αγίου Βενεδίκτου
ΒΕΛΤΙΟΔΟΞΙΑ
Βελτιοδοξία : φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία ο κόσμος , όσο κακός και αν είναι , μπορεί να βελτιωθεί .
ΒΔΕΛΥΓΜΙΑ
Βδελυγμία : το αίσθημα της ηθικής αποστροφής , της αηδίας
ΒΕΝΖΟΗ
Βενζόη : ρητίνη που εκκρίνουν ορισμένα δέντρα της Α. Ινδίας και χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και τη φαρμακευτική
ΒΕΛΤΙΩΣΙΜΟΣ
Βελτιώσιμος : αυτός που μπορεί να βελτιωθεί.