Συμπαίνω : φροντίζω τη φωτιά για να ανάψει περισσότερο .
ΑΧΟΣ
Αχός : ο ήχος , ο θόρυβος .
ΑΨΙΛΙΑ
Αψιλιά ή αψιλία : η έλλειψη χρημάτων , το να είναι κανείς αδέκαρος .
ΑΧΡΑΝΤΟΣ
Αχραντος : αυτός που δεν έχει υποστεί ηθική μόλυνση .
ΑΧΡΕΙΟΛΟΓΩ
Αχρειολογώ : χρησιμοποιώ χυδαία γλώσσα .
ΑΧΡΕΙΟΣ
Αχρείος : αυτός που χαρακτηρίζεται από μεγάλη κακία . Αυτός που δεν ενεργεί σύμφωνα με την ηθική .
ΑΧΡΕΙΟΣΤΟΜΟΣ
Αχρειόστομος : αυτός που χρησιμοποιεί χυδαίο λεξιλόγιο .
ΑΧΡΗΣΙΑ
Αχρησία : το μα μη χρησιμοποιείται κάτι .
ΑΧΡΙ ΤΟΥΔΕ
Αχρι τούδε : μέχρι τώρα , μέχρι στιγμής .
ΑΧΡΟΝΟΣ
Αχρονος : αυτός που δεν υπόκεινται σε χρονικούς περιορισμούς , αλλά εκτείνεται στην αιωνιότητα .
ΑΧΡΟΥΣ
Αχρους : αυτός που δεν έχει χρώμα .
ΑΧΩ
Αχώ : δημιουργώ αντίλαλο , ηχώ.
ΑΨΑΔΑ
Αψάδα : η καυστική , τσουχτερή γεύση .Η εκδήλωση της έξαψης , η κατάσταση του ευέξαπτου .
ΑΨΕΝΤΙ
Αψέντι : οινοπνευματώδες ποτό , το οποίο παρασκευάζεται με απόσταξη από τα φύλλα ποώδους και αρωματικού φυτού , της αψίνθου και άλλων αρωματικών συστατικών , έχει κιτρινοπράσινο χρώμα , ξηρή και κάπως πικρή γεύση και σερβίρεται κυρίως αραιωμένο με νερό και πάγο .
ΑΨΕΥΔΗΣ
Αψευδής : αυτός που δεν εμπεριέχει ψεύδος , που δεν μπορεί να διαψευσθεί .
ΑΧΝΑΔΑ
Αχνάδα : η θαμπότητα , το να φαίνεται κάτι θολά , αμυδρά .