Η έκφραση ξεκίνησε από τα Κεφαλλονίτικα ανέκδοτα. Στα τέλη του 19ου αιώνα στην Κεφαλονιά ήταν δεσπότης ο Δόριζας, πολύ μορφωμένος και πολύ καλός κληρικός. Την εποχή εκείνη οι παπάδες μας ήταν, κατά κανόνα, πολύ λίγο γραμματιζούμενοι. Αλλά κάποιος απ’ αυτούς …
Συνέχεια »Αλλάζει γνώμες σαν το πουκάμισο
Για κάποιον που δεν είναι σταθερός στις αποφάσεις του, λέμε ότι “αλλάζει γνώμες σαν το πουκάμισο”. Το ίδιο, όμως, λέει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος: “Ούδ’ εσθήτα τις ούτως αμείβει ραδίως ως συ τρόπον”, δηλαδή “Ούτε το ρούχο του δεν …
Συνέχεια »Άλλος πλήρωσε τη νύφη
Στην παλιά Αθήνα του 1843, επρόκειτο να συγγενέψουν με γάμο δύο αρχοντικές οικογένειες: Του Γιώργη Φλαμή και του Σωτήρη Ταλιάνη. Ο Φλάμης είχε το κορίτσι και ο Ταλιάνης το αγόρι. Η εκκλησία, που θα γινόταν το μυστήριο, ήταν η Αγία …
Συνέχεια »Έχασε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα
Η φράση ξεκινάει και γίνεται πολύ γνωστή από το παρακάτω τραγούδι, που γράφτηκε για το θρήνο της Πόλης: «Τ’ απάνω βήμα πάρθηκεν το κάτω ποκοιμάται το μεσακό εστράγγισε, παιδιά, πάρθην η Πόλη. Πήραν την Πόλη πήραν την, πήραν και την …
Συνέχεια »Αστροφεγγιά
Αστροφεγγιά στον ουρανό, όμως εσύ κοιμάσαικαι τη φωθιά που μ’ άναψες κοντό τη συλλογάσαι;
Συνέχεια »Ρούσα και ξαθιά
Ξύπνησε, ρούσα και ξαθιά κι αθέ του μαλαμάτου,πού ’χω δυο λόγια να σου πω του παραπονεμάτου.
Συνέχεια »Πηλιά
Ξύπνα κι εβγήκεν η πηλιά,ξύπνα και ξημερώνει,ξύπνα κι εφάγασί με μπλιο τα βάσανα κι οι πόνοι!
Συνέχεια »Αστέρι του ουρανού
Ξύπνησε, αστέρι τ’ ουρανού, του ήλιου θυγατέρα,κι έβγα στο παραθύρι σου να γίνει η νύχτα μέρα.
Συνέχεια »Αστέρι του ουρανού
Ξύπνησε, αστέρι τ’ ουρανού, τση νύχτας φωτεράδα,κι ο νέος απού σ’ αγαπά σου κάνει την καντάδα.
Συνέχεια »Φέξη του ουρανού
Πρόβαλε, φέξη τ’ ουρανού και στόλισμα του κόσμου,το νου μου και το λογισμό απού μου πήρες δώσ’ μου.
Συνέχεια »Πρόβαλε..
Πρόβαλε, λέω, πρόβαλε, να δεις και να σε δούνεδυο μάθια που σε ρέγουνται κι απού σε μπεγεντούνε.
Συνέχεια »Πρόβαλε λέω
Πρόβαλε, λέω, πρόβαλε απού το παραθύρινα δεις τον κόσμο που κεντά χωρίς φωθιά κι απύρι.
Συνέχεια »Χώμα
Σήμερο δεν επάτησα χώμα ’πό τη χαρά μουγιατ’ είδανε τα μάθια μου τα πεθυμά η καρδιά μου.
Συνέχεια »Τα κάλλη σου
Τα κάλλη σου ’παινούσανε κι ήρθα να σε γνωρίσωκαι δε μου δίδει ο νους μου μπλιο να φύγω να σ’ αφήσω.
Συνέχεια »Καρτερώντας
Άλλοι περνώντας κι άλλοι καρτερώντας
Συνέχεια »Σύκα
Άλλοι τάφαγαν τα σύκα κι άλλοι τα πληρώνουνε.
Συνέχεια »