Ο λαός του Βυζαντίου γιόρταζε με μεγάλη κατάνυξη και πίστη όλες τις μέρες στης Σαρακοστής. Το φαγητό του ήταν μαρουλόφυλλα βουτηγμένα στο ξίδι, μαυρομάτικα φασόλια, φρέσκα κουκιά και θαλασσινά. Στα μοναστήρια, όμως ήταν ακόμη πιο αυστηρά, αν και πολλοί καλόγεροι, …
Συνέχεια »Μου κορδώνεσαι σαν λόρδος
Την ξενική λέξη λόρδος τη συναντούμε αρκετά συχνά. Σημαίνει κύριος ή αφέντης. Αλλά για τους Άγγλους δεν υπήρχε καταλληλότερη, που να δείχνει ένα εξαιρετικό πλάσμα. Άλλοτε και οι βασιλιάδες, ακόμη ονομάζονταν λόρδοι. Ο τιμητικός τίτλος λόρδος ανήκει στους ευγενείς εκ …
Συνέχεια »Μουλόσπορος
Μια κοινή έκφραση, που δηλώνει εκείνον που γεννήθηκε από “μούλικο σπόρο”, δηλαδή τον νόθο, τον έκθετο. Ο μούλος και το μούλικο σε πολλά μέρη λέγεται και μουλιακό και μουλιάτικο. Η λέξη αποτελεί δεύτερο συνθετικό της προσωνυμίας εκείνων, που γεννήθηκαν από …
Συνέχεια »Μούτζες και στάχτες πάνω σου
Αυτή η φράση είναι μια τρομερή κατάρα, που τη λένε σε μερικά μέρη της Δωδεκανήσου και είναι υπόλειμμα ενός παλιού εθίμου, κατά το οποίο εκείνοι που πενθούσαν, σύμφωνα με μια αρχαία συνήθεια έριχναν στάχτη πάνω στα κεφάλια τους και μαύριζαν …
Συνέχεια »Μουργέλα
Η λέξη σημαίνει αλογόμυγα. Όπως, λοιπόν η αλογόμυγα θρονιάζεται και ζει σε βάρος του αλόγου, έτσι και (ο τεμπέλης) η τεμπελιά, η βαριεστημάρα λέγεται μουργέλα “έχω μια μουργέλα”.
Συνέχεια »Μούρτζουφλος ή Μούτζουφλος
Όταν ο πομπευόμενος δεν είχε κάνει μεγάλο παράπτωμα, τότε γινόντουσαν όσα γράφουμε και αλλού. Όταν, όμως είχε λάβει μέρος σε συνωμοσία κατά του αυτοκράτορα, ήταν αντάρτης, τότε πριν τον διαπομπεύσουν, τον τύφλωναν. Δεν είχε, δηλαδή μόνο μούτζεσ\ς αλλά και τύφλες, …
Συνέχεια »Μοσχοπουλώ
Στα Βυζαντινά χρόνια γινότανε μεγάλη χρήση του μόσχου, που ήταν σε υγρή, είτε σε στερεή κατάσταση και που τον έβαζαν στα συρτάρια ή στα μπαούλα με τα ρούχα τους για να μυρίζουν, να μοσχοβολούν. Αυτοί που πουλούσαν μόσχο, οι μοσχοπωλούντες, …
Συνέχεια »Μόσχος τον σιτευτόν
Κατά μεταφορική έννοια ότι το καλύτερο, που προσφέρουμε στους καλεσμένους μας. Είναι από την παραβολή του “άσωτου γιου”, που είπε ο Ιησούς, όταν δίδασκε τη συγνώμη στους πλανηθέντες, που μετανόησαν και ξανάρθαν στο δρόμο του θεού. Ο πατέρας του άσωτου, …
Συνέχεια »Μη φοβού, Μαριάμ
Έκφραση από την Καινή Διαθήκη. Του Άγγελου Γαβριήλ στη Θεοτόκο Μαρία, όταν πήγε να της αναγγείλει, ότι θα συλλάβει στην κοιλιά της και θα γεννήσει γιο, σύμφωνα με τη θεία χάρη.
Συνέχεια »Μια δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών
Ο Θουκυδίδης στο 2ο βιβλίο της ιστορίας του, αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο οι Αθηναίοι έθαβαν τους νεκρούς τους κατά τον πόλεμο. “Μια δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών, οι αν μη ευρεθώσιν ες αναίρεσιν”.
Συνέχεια »Μίδας
Για έναν άνθρωπο που πετυχαίνει σε όλες του τις επιχειρήσεις ή που για το χρήμα θυσιάζει κάθε άλλη χαρά της ζωής, συνηθίζουμε να μεταχειριζόμαστε τη λέξη “Μίδας”. Ο Μίδας έχει πάρει από το θεό Διόνυσο το χάρισμα να μετατρέπει σε …
Συνέχεια »Μιλάει σαν από τρίποδος
Στα αρχαία χρόνια ο τρίποδας ήταν σκεύος του σπιτιού. Αργότερα, καθιερώθηκε σαν έπαθλο πολεμικής νίκης ή αγώνα. Επίσης και οι νικητές για να ευχαριστήσουν τους θεούς, τους χάριζαν τρίποδες, που τους τοποθετούσαν πάνω σε βάσεις , που πολλές φορές ήταν …
Συνέχεια »Μιξοβάρβαρος – Μιξοπάρθενος
Στους αρχαίους, μιξοβάρβαροι ήταν οι Έλληνες που είχαν από επιγαμία, βαρβαρικό αίμα, χωρίς να χάσουν την εθνικότητα τους. Μιξοβάρβαρη λέγότανε και η μη γνήσια Ελληνική γλώσσα. Τη λέξη τη συναντάμε στον ευριπίδη, Πλάτωνα, Ξενοφώντα. Μιξοπάρθενος, αυτή που παριστάνει την παρθένα, …
Συνέχεια »Μονμορανσύ
Λέμε έτσι τους εξαιρετικά λεπτούς και ευγενικούς ανθρώπους, που η συμπεριφορά τους ακολουθεί τους κανόνες της εθιμοτυπίας και του πρωτόκολλου και σκωπτικά εκείνους, που προσπαθούν να δείξουν ότι είναι ευγενείς. Η έκφραση γαλλικής φεουδαρχίας, που γενάρχης της ήταν ο Βουσάρδος …
Συνέχεια »Μόνο φωνή είσαι και τίποτε άλλο
Ο Πλούταρχος αναφέρει, ότι κάποιος απλοϊκος Σπαρτιάτης έπιασε ένα αηδόνι και το μάδησε, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να μάθει από που βγαίνει αυτή η ωραία φωνή του. Αφού το μάδησε και είδε ένα τόσο δα σωματάκι, ειπε: “Συ είσαι …
Συνέχεια »Μορμολύκειο – Μορμολύκη
Όταν θέλουμε να πούμε κάποιον ότι μοιάζει με χαμένο, είναι δύσμορφος, βρόμικοι γέροντες, τον χλευάζουμε με τη λέξη. Στην αρχαιότητα μορμολύκειο ήταν η μάσκα, που παρίσταινε τη λυκόμορφη Μορμώ ή Μορμόλυκη και τη χρησιμοποιούσαν, για να φοβίσουν τα μικρά παιδιά, …
Συνέχεια »