Πάσχα
Η λέξη Πάσχα προέρχεται από την αραμαϊκή pascha <
εβραϊκή pesah που σημαίνει “πέρασμα, διάβαση”.
> Η λέξη περιέγραφε “τη δεκάτη πληγή κατά των
Αιγυπτίων, όπου, σύμφωνα με τη βιβλική παράδοση ο άγγελος προσπερνούσε τις
πόρτες των Ιουδαίων, που ήταν βαμμένες με αίμα αρνιού και δε σκότωνε τα
πρωτότοκα παιδιά τους, (πβ, εξοδ 12, 23)”*
>> Οι Χριστιανοί γιορτάζουν την ανάσταση του
Σωτήρα και τη διάβαση από το θάνατο στη ζωή
Σταυρός
Η λέξη σταυρός αρχικά δήλωνε τον όρθιο πάσσαλο ή οτιδήποτε
χρησιμοποιούσαν για να στηρίζουν κάτι. Παράγεται από το ρ, ίστημι < θ.
-στα. Στα Λατινικά αποδόθηκε και με τη σημασία του in-staurare (: αποκαθιστώ
κάτι στην αρχική του θέση). Στην Καινή Διαθήκη αντί για τη λέξη σταυρός
χρησιμοποιείται, εναλλακτικά και η λέξη “ξύλον” (π.χ. κρεμάσαντες επί ξύλου,
Πραξ. 5,30)
Αβγό ή αυγό
Η ορθή γραφή είναι το αβγό. Από την κράση τά ωά (πληθ. του
αρχ. ωόν ) > ταωγά (με ανάπτ. μεσοφ. [γ] για αποφυγή της χασμωδίας)
> tauγa (τροπή του φθόγγου /o/, μεταξύ δύο α, σε ημίφωνο u για αποφυγή
της χασμωδίας) > μεσαιων. [t-avγa] > τ’ αβγά > αβγό. (βλ.
Γ. Χατζιδάκη, Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά, τόμος Β΄, σ.322, Ν.Π.Ανδριώτη,
Ετυμολογικό Λεγικό της Κοινής Νεοελληνικής, Γ.Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας
Ελληνικής Γλώσσας,).
Οβελός και οβελίας
Ο οβελός είναι η σιδερένια ράβδος, η σούβλα, στην οποία
περνιώνται κομμάτια κρέατος για ψησιμο. Με τη λέξη Οβελίας δηλώνεται το αρνί
που ψήνεται στη σούβλα, παρόλο που αρχικά προσδιόριζε οτιδήποτε ψήνεται στη
σούβλα. Από τη λέξη οβελός παράγεται και η λέξη οβολός που καλείστε να
προσφέρετε στην εκκλήσία ή και αλλού
Σούβλα
Η σούβλα προέρχεται από τα Λατινικά (subula< suere,
συρράπτω, συναρμόζω). Η λέξη από τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνας μαρτυρείται
ως όργανο βασανιστηρίων και, τελικά, θα επικρατήσει εκτοπίζοντας την ελληνική
λέξη “οβελ. Παράγωγα: σουβλάκι, σουβλερός, σουβλί, σουβλιστό
Χριστός
Το όνομα Χρίστος παράγεται από το χριστός (<
κεχρισμένος < ο φέρων το χρίσμα < αρχ. ελλ. ρήμα: χρίω).
Χρησιμοποιήθηκε ως επιθετικός προσδιορισμός της λέξης Ιησούς (Ιησούς Χριστός).
Άρχικά, η λέξη “χριστός” προσδιόριζε οτιδήποτε έχει
επαλειφθεί με μύρο ή αλοιφή και χρησιμοποιήθηκε για να μεταφραστεί η εβραϊκή
λέξη masiha< Μεσσίας (: μτφ χριστός, ο αλειμμένος με ειδικό έλαιο, που
προέβλεπε ο εβραϊκός νόμος για τους ιερείς). Έτσι η ελληνοεβραϊκή φράση Ιησούς
Χριστός δηλώνει τον κεχρισμένο από το Θεό, τον Σωτήρα (πβ. Ιωάνν. 1,41:
ευρήκαμεντον Μεσσίαν, ό εστίν ερμηνευόμενον τον Χριστόν).
Η λ. Ιησούς προέρχεται από την εβραϊκή Yesuah και είναι
συντετμημένη μορφή του Yehosuah (μτφ: ο Γιαχβέ είναι σωτηρία). Το όνομα Χρίστος
είναι η φυσική κατάληξη της λ. Χριστός (με αναβιβασμό τόνου)
Η ελληνική λέξη Χριστός (: αλειμμένος) είναι η πιο δημοφιλής
λέξη στον πλανήτη, επειδή ονομάστηκε έτσι ο ιδρυτής της Χριστιανικής θρησκείας
(< Cristo, Christ, Crist, Христос, Kristu…)
Μαρία η Μαγδαληνή
Το επίθετο Μαγδαληνή προσδιορίζει την καταγωγή της.
Καταγόταν, δηλαδή, από το χωριό Μάγδαλα. Το mighdal, στα εβραικά, σημαίνει
“πύργος”.
Θωμάς
Ένας από τους Δώδεκα μαθητές του Χριστού, που έμεινε γνωστός
ως άπιστος. Στην αραμαϊκή η λέξη Te’omà σημαίνει ο “δίδυμος”
*από το λεξικό Μπαμπινιώτη
γράφει ο Γιώργος
Δαμιανός