Στη χώρα μας ο νόμιμος τζόγος εκπροσωπείται από τα τυχερά παιχνίδια των καζίνο (Μπλάκτζακ, Ρουλέτα, Μπάγκο Πούντο, Ζάρια, stud Πόκερ, Ηλεκτρονικά παιχνίδια), τα οποία θα γνωρίσουμε στα επόμενα κεφάλαια, καθώς και από τα τυχερά παιχνίδια του ΟΠΑΠ, τα κρατικά Λαχεία, το Ξυστό και τον Ιππόδρομο. Πιο συγκεκριμένα: Ο Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου (ΟΠΑΠ) παρέχει τα παιχνίδια “νέο Λόττο”, “νέο Πρότο”, “Προπό”, “Προπογκόλ”, “Τζόκερ”, “Προκαθορισμένο Στοίχημα” . Η Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων προσφέρει το Λαϊκό Λαχείο, το Εθνικό Λαχείο και το Πρωτοχρονιάτικο Λαχείο. Ακόμα, υπάρχει και το Ευρωπαϊκό Λαχείο που παρέχεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση Κρατικών Λαχείων, καθώς και ο λαχνός “Ειδικό Κρατικό Λαχείο Κοινωνικής Αντίληψης”. Ακόμα, η εταιρεία “Στιγμιαίο Λαχείο Α.Ε.” του ομίλου Κόκκαλη παρέχει το “Ξυστό” λαχείο. Aλλα τυχερά παιχνίδια παρέχει ο Οργανισμός Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος (Ο.Δ.Ι.Ε.) με τα ιπποδρομιακά στοιχήματα (που μπορούν να γίνουν με το σύγχρονο σύστημα totalizator) και το Λαχειοφόρο Αμοιβαίο Στοίχημα “Sweepstake”.
Εξάλλου, και για να καλυφθεί ένα τμήμα των εξόδων της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, αναμένεται σε σύντομο χρονικό διάστημα η εγκατάσταση σε όλα τα πρακτορεία του ΟΠΑΠ αλλά και σε άλλα σημεία ηλεκτρονικών μηχανημάτων τζόγου με παιχνίδια όπως “Κίνο”, “Μπίνκο”, “Ολυμπιακά αθλήματα” κ.ά. Η κλήρωση θα γίνεται μέσω του κεντρικού ηλεκτρονικού υπολογιστή του συστήματος ο οποίος θα κάνει χρήση αλγορίθμου. Οι τυχεροί αριθμοί θα εμφανίζονται σε οθόνες που θα εγκατασταθούν σε κάθε πρακτορείο και σε κάθε σημείο θα είναι συνδεδεμένες σε on-line δίκτυο, ενώ οι κληρώσεις που θα γίνονται από το πρωί έως το βράδυ θα διαδέχονται η μια την άλλη ανά πέντε λεπτά της ώρας.
Τα παραπάνω παιχνίδια, άλλα σε μικρότερο και άλλα σε μεγαλύτερο βαθμό, είναι πολύ δημοφιλή και παίζονται από την πλειοψηφία των πολιτών. Απευθύνονται σε όλες τις κοινωνικές ομάδες γι’ αυτό και στα παιχνίδια αυτά υπάρχει “μαζική” συμμετοχή. Ο ελκυστικός τους χαρακτήρας οφείλεται στην αίσθηση που έχει διαμορφωθεί και στην νοοτροπία που έχει υιοθετηθεί ότι με ελάχιστο κόστος μπορεί ο καθένας να διεκδικήσει ένα πολύ μεγάλο ποσό το οποίο θα επιφέρει σημαντικές και ουσιαστικές αλλαγές στη διαμόρφωση του τρόπου ζωής του. Αν εξετάσουμε όμως πιο εμπεριστατωμένα τα παιχνίδια αυτά, θα διαπιστώσουμε τα εξής: Πράγματι, το αρχικό κόστος συμμετοχής σε ορισμένα από τα παραπάνω παιχνίδια είναι μικρό και προσιτό στους περισσότερους από εμάς (για παράδειγμα μια στήλη Λόττο κοστίζει 50ΔΡΧ. ενώ το κόστος ενός λαχνού “Ξυστό” ξεκινά από 100ΔΡΧ.).
Η “μαζικότητα” των παιχνιδιών αυτών εξάλλου, έχει ως επακόλουθο την δημιουργία ενός πολύ μεγάλου τζίρου που από στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας χρόνο με το χρόνο αυξάνεται σημαντικά. Όμως, ενώ τα έσοδα ανά παιχνίδι είναι πολύ μεγάλα, δεν είναι ανάλογα μεγάλη η επιστρεφόμενη χρηματική απόδοση στους παίκτες που κερδίζουν. Για παράδειγμα, το Λαϊκό Λαχείο που θεωρείται το καλύτερο ίσως παιχνίδι μαζί με το Εθνικό Λαχείο από πλευράς απόδοσης κερδών, επιστρέφει, δηλαδή διανέμει στους παίκτες που κέρδισαν κάποιο ποσό, μόνο το 62,5% των ακαθάριστων εισπράξεων (ή το 71% των καθαρών), ενώ η αναλογία λαχνών που κερδίζουν σε σχέση με τους λαχνούς που χάνουν είναι 1 προς 7 (1:7).
Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τα υπόλοιπα παιχνίδια, τα οποία παρακρατούν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό το οποίο προσεγγίζει ή σε κάποιες άλλες περιπτώσεις υπερβαίνει το 40%. Το ποσοστό αυτό χρησιμοποιείται κατά ένα μέρος για την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων του κάθε οργανισμού, ενώ το υπόλοιπο διατίθεται για κοινωφελείς σκοπούς. Για το παράδειγμα του Λαϊκού Λαχείου που προαναφέραμε, ποσοστό 62,5% διανέμεται στους τυχερούς, 12% παίρνουν οι πωλητές, 1% το ΙΚΑ και το υπόλοιπο 25,5% αφού αφαιρεθούν τα γενικά έξοδα πηγαίνει στο Δημόσιο για κοινωφελείς σκοπούς (ανέγερση νοσοκομείων, κατασκευή σταδίων κ.λ.π.).
Εκτός όμως από το ποσοστό παρακράτησης, παρακρατείται άμεσα ένα επιπλέον ποσό της τάξης του 10% ως φόρος, από τους παίκτες οι οποίοι κέρδισαν ποσό πάνω από ένα προκαθορισμένο για κάθε παιχνίδι όριο. Επίσης, η διεκδίκηση ενός πολύ μεγάλου ποσού με μικρό κόστος, είναι στατιστικά και πιθανολογικά πάρα πολύ δύσκολο να συμβεί, ειδικά στα παιχνίδια που προκύπτουν από κλήρωση στα οποία ο παίκτης δεν μπορεί να αναλάβει την οποιαδήποτε πρωτοβουλία καθώς δεν μπορεί να κάνει καμία απολύτως πρόγνωση ή πρόβλεψη για την έκβαση κάποιου πιθανού αποτελέσματος, μια και στα παιχνίδια που οι κερδοφόροι αριθμοί προκύπτουν από κλήρωση, ισχύουν αποκλειστικά οι νόμοι της συνδυαστικής και της θεωρίας των πιθανοτήτων.
Έτσι, στο παιχνίδι Λόττο για παράδειγμα, το κόστος μιας στήλης (δηλαδή η επιλογή 6 αριθμών από 49) είναι μεν μικρό (50ΔΡΧ.), η πιθανότητα όμως να επιτύχει ο παίκτης που συμπλήρωσε την στήλη αυτή “εξάρι”, δηλαδή οι έξι αριθμοί που επέλεξε να συμφωνούν με τη νικήτρια στήλη, είναι 1 στα 13.983.816.
Σε αντίθεση με τα παραπάνω παιχνίδια, ο νόμιμος τζόγος που προσφέρεται στα καζίνο έχει ορισμένες διαφοροποιήσεις που εντοπίζονται στα εξής: Το ελάχιστο όριο συμμετοχής σε όλα σχεδόν τα παιχνίδια του καζίνο (εκτός από ορισμένα ηλεκτρονικά μηχανήματα) είναι υψηλότερο σε σχέση με το κατώτατο όριο κόστους των παραπάνω παιχνιδιών. Επίσης, λόγω της θέσπισης ανώτατων και κατώτατων ορίων στοιχήματος για κάθε παιχνίδι, ο παίκτης δεν είναι σε θέση να διεκδικήσει ένα πάρα πολύ μεγάλο ποσό με μικρό κόστος.
Το ποσοστό επιστρεφόμενης απόδοσης όμως στους παίκτες που κερδίζουν είναι αναλογικά καλύτερο. Το ποσοστό που παρακρατεί το καζίνο για την κάλυψη των εξόδων του αλλά και για τα κέρδη του είναι διαφορετικό από παιχνίδι σε παιχνίδι και μπορεί να κυμαίνεται συνήθως από 1% έως και 20% κατά περίπτωση.