Το αγόρι και η πόρτα
ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ
Εκεί που έπεσε
είναι μια κόκκινη λίμνη,
ένα κόκκινο δέντρο,
ένα κόκκινο πουλί.
Σηκώθηκε όρθια
η πεσμένη καγκελόπορτα-
χιλιάδες άλογα.
Λαός καβαλίκεψε.
Κομνηνέ! – φωνάξαμε.
Γύρισε και μας κοίταξε
δε φορούσε επίδεσμο
ούτε στεφάνι.
’σπρα άλογα, κόκκινα άλογα
και μαύρα, πιο μαύρα-
καλπασμός, – η ιστορία
Να προφτάσουμε.
————————————————
Στο Διομήδη Κομνηνό,
ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΑΒΑΝΗ-ΡΕΝΤΗ
Στο Διομήδη Κομνηνό
“Μεταξύ των φονευθέντων , είναι ο
Διομήδης Κομνηνός, ετών 17, με
βεβαρυμένον παρελθόν”.
Εφημερίδες – από επίσημη ανακοίνωση
Βεβαίως,
είχε βεβαρυμένο παρελθόν ο Διομήδης.
Πέντε χρονών, στους ώμους του πατέρα του
φώναζε για λευτεριά στην Κύπρο,
δέκα χρονών, ξυπόλυτος,
με μια φέτα ψώμι στην τσέπη,
βάδιζε στην πορεία της ειρήνης,
στα δώδεκα ζητούσε δημοκρατία.
Στα δέκα επτά
μ’ένα πλακάτ στο χέρι:
ψωμί – παιδεία – ελευθερία.
————————————————
Η Πόρτα του Πολυτεχνείου
ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ
Πάνω σε τούτη την πεσμένη πόρτα δώσαμε ξανά τον όρκο –
όρκο της νιότης,της ζωής ,της λευτεριάς,
όρκο του ονείρου και της πράξης.
————————————————
Κοιμηθείτε Αδέρφια,
ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ
Κοιμηθείτε, αδέρφια.
Σ’ όποιο χώμα κι αν πέσατε
θ’ ακούτε τώρα τα πλατιά βήματα των συντρόφων σας
που προχωράνε σ’ όλη τη γη
θ’ ακούτε να τραγουδάνε τα πελώρια τραγούδια που ΄χατε
κάποτε κι εσείς τραγουδήσει
που οι ήχοι τους ανεβαίνουν και κατεβαίνουν και πηγαίνουν
κι έρχονται
σαν τις μεγάλες αναπνοές του ανέμου πάνω από απέραντα
χωράφια με στάχυα.
Θα τ’ακούτε, σαν καταιγίδα τώρα, να τραγουδιώνται απ’
όλους τους λαούς μαζί.
Και με τα δυνατά σας χέρια μες απ’το χώμα.
Θα υποβαστάζετε τον κόσμο……
————————————————
Εδώ Πολυτεχνείο …
ΒΑΣΙΛΗ ΡΩΤΑ
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
Πολυτεχνείο! Εδώ καλώ
βοήθεια, πρόφτασε,λαέ,
σκοτώνουν τα παιδιά σου, οϊμέ!
Τα νιάτα που έστησαν εδώ
του Αγώνα τραγικόν χορό
και τραγουδούν τη λευτεριά,
σου τα σκοτώνουν τα παιδιά.
Της βίας ο δούλος ο μωρός
δουλέμπορος,φονιάς μιαρός,
σκοτώνει, λαέ, τα τέκνα σου,
τ’ αγόρια, τα κορίτσια σου.
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
τα νιάτα σέρνουνε χορό.
Της Επιστήμης τα παιδιά
και τραγουδάν τη Λευτεριά.
Εδώ της νιότης ο άξιος νους,
που χτίζει θέατρα, ναούς,
σκεδιάζει ιδέες και μηχανές
και δένει το αύριο με το χτες,
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
μέσα στης Τέχνης το ιερό
σκοτώνει η βία τα παιδιά
που τραγουδάν τη Λευτεριά.
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
γίνεται ανήκουστο κακό!
Της βίας ο δούλος ο μωρός
του Χάρου μαύρος έμπορος,
σφάζει τα τέκνα του λαού.
τη νιότη, την ελπίδα του,
το άνθος του αύριο, τον καρπό
της τέχνης και της γνώσης, ω!
Εδώ Πολυτεχνείου κραυγή
καλούν το Χρέος κι η Τιμή
Λαέ μας, βοήθα τα παιδιά.
Ο αγώνας για τη Λευτεριά.
————————————————
Μικρός Τύμβος
ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ
Ξεκινώντας
δίχως τουφέκι – σπαθί, μονάχα με τον ήλιο
στο μέτωπο λάμπετε τόσο ψηλά
που η ποίηση θα μείνει χρεώστης σας.
Υπήρξατε ήρωες και ποιητές μαζί. Είστε το ποίημα.
Απλώνοντας το χέρι μου δε φτάνει ως εκεί
που ωραία λουλούδια σε υψηλό λειμώνα τις μορφές σας
λιτανεύει ο αέρας της αρετής. Ω παιδιά μου!
Μπροστά σ’ αυτό το Ποίημα μετράει μόνο η σιωπή.