Το ελαιόλαδο είναι δυνατόν να ταξινομηθεί σε διάφορες κατηγορίες βάσει δύο κριτηρίων:
α. Τη χρήση του και
β. Την οξύτητά του σε ελαϊκό οξύ.
α1. Με βάση τη χρήση, τα ελαιόλαδα διακρίνονται σε
- βρώσιμα και σε
- μη βρώσιμα (βιομηχανικά), η οξύτητα των οποίων είναι μεγαλύτερη των 3,3 βαθμών.
β1. Με βάση την οξύτητά τους σε ελαϊκό οξύ και την επεξεργασία που έχουν υποστεί διακρίνονται σε:
- Εξαιρετικό (extra) Παρθένο Ελαιόλαδο. Βρώσιμο, οξύτητας 0-1 βαθμών. Δηλ. η μέγιστη οξύτητα, εκφρασμένη σε ελαϊκό οξύ, είναι 1/100 γραμ. λαδιού.
- Παρθένο Ελαιόλαδο . Βρώσιμο, οξύτητας 1-2 βαθμών
- Κοινό Παρθένο Ελαιόλαδο . Βρώσιμο, οξύτητας από 2 έως 3,3 βαθμών
- Παρθένο Ελαιόλαδο Λαμπάντε . Μη βρώσιμο, οξύτητας μεγαλύτερης των 3,3 βαθμών .
- Εξευγενισμένο Ελαιόλαδο . Βρώσιμο, οξύτητας που δεν ξεπερνά τους 0,5 βαθμούς. Λαμβάνεται με εξευγενισμένο (ραφινάρισμα) μειονεκτικού κυρίως παρθένου ελαιολάδου.
- Ελαιόλαδο . Βρώσιμο, οξύτητας έως 1,5 βαθμούς. Πρόκειται για μίγμα παρθένου, βρώσιμου ελαιολάδου και εξευγενισμένου.
- Οι ποιοτικές κατηγορίες του πυρηνελαίου, όπως αυτές έχουν καθοριστεί από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου είναι οι εξής:
- Ακατέργαστο Πυρηνέλαιο . Προέρχεται από την κατεργασία πυρηνελαίων με διαλύτη.
- Εξευγενισμένο Πυρηνέλαιο . Προέρχεται από τον εξευγενισμό (ραφινάρισμα) του ακατέργαστου πυρηνελαίου. Η οξύτητά του δεν υπερβαίνει τους 0,5 βαθμούς.
- Πυρηνέλαιο . Αποτελείται από μίγμα εξευγενισμένου πυρηνελαίου και παρθένων, βρώσιμων ελαιολάδων. Η οξύτητά του δεν υπερβαίνει τους 1,5 βαθμούς.
- Τα βασικά χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν την ποιότητα του ελαιολάδου είναι η οξύτητα, το χρώμα, η οξείδωση και τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά.
Με βάση την οξύτητα, το ελαιόλαδο διακρίνεται σε βρώσιμο και μη (όπως παρουσιάζεται παραπάνω), ενώ το χρώμα εξαρτάται από το είδος των λιποδιαλυτών χρωστικών (χλωροφύλλες, ξανθοφύλλες, καροτίνες, κ.λπ.), που περιέχει ο καρπός στο στάδιο της συγκομιδής. Ο υπολογισμός της οξείδωσης γίνεται με διάφορες τεχνικές (μέτρηση των υπεροξειδίων, απορρόφηση στο υπεριώδες φάσμα, κ.ά.) και στο παρθένο ελαιόλαδο ο αριθμός των υπεροξειδίων θα πρέπει να είναι ίσος ή μικρότερος του 20. Το βασικότερο κριτήριο ποιοτικής αξιολόγησης αποτελούν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Η γεύση του ελαιολάδου εξαρτάται από την παρουσία πτητικών συστατικών και λιπαρών οξέων, κυρίως το ελαϊκό και λινελαϊκό και από τις πολυφαινόλες.
Ενδείξεις στην συσκευασία των ελαιολάδων
Α. Υποχρεωτικές ενδείξεις
Η ονομασία πώλησης του προϊόντος
Πληροφορίες για την κατηγορία του ελαιολάδου ή πυρηνελαίου
Η καθαρή ποσότητα του περιεχομένου σε μονάδες όγκου
Ο παρασκευαστής ή συσκευαστής
Ο αριθμός παρτίδας
Η ημερομηνία της ελάχιστης διατηρησιμότητας του προϊόντος
Οι συνθήκες διατήρησης
Β. Προαιρετικές ενδείξεις
Πρώτη πίεση εν ψυχρώ
Εξαγωγή εν ψυχρώ
Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά
Οξύτητα ή ανώτατη οξύτητα (μόνο όταν υπάρχουν και οι ενδείξεις αριθμός υπεροξειδίων, απορρόφηση στο υπεριώδες και κηροί)
ΝΕΟΙ ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1019/2002 & ΚΥΑ 255610 /2003
Α) ΒΑΣΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΝ. 1019 & ΤΗΣ ΚΥΑ 255610/2003.
1. Καθιερώνεται ως μέγιστη συσκευασία διάθεσης ελαιολάδων και πυρηνελαίων το δοχείο 5 (πέντε) λίτρων. Η απόφαση περιλαμβάνει και την απ’ ευθείας διάθεση από τους παραγωγούς και τους ελαιοτριβείς. Από την απόφαση δεν εξαιρείται ο εφοδιασμός των χώρων μαζικής εστίασης, στους οποίους επίσης μέγιστη συσκευασία διάθεσης ελαιολάδων και πυρηνελαίων θα είναι το δοχείο 5 (πέντε) λίτρων.
2. Οι υποχρεωτικές ενδείξεις στην ετικέτα των ελαιολάδων και πυρηνελαίων περιγράφονται αναλυτικά στο άρθρο 3 της ΚΥΑ. Καθιερώνεται η υποχρεωτική αναγραφή σχετικής πληροφορίας όσον αφορά την κατηγορία του ελαιολάδου και πυρηνελαίου, ως κάτωθι:
α) για το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο: “ελαιόλαδο ανωτέρας κατηγορίας που παράγεται απευθείας από ελιές και μόνο με μηχανικές μεθόδους”
β) για το παρθένο ελαιόλαδο: “ελαιόλαδο που παράγεται απευθείας από ελιές και μόνο με μηχανικές μεθόδους”
γ) για το ελαιόλαδο – αποτελούμενο από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα: “έλαιο που περιέχει αποκλειστικά ελαιόλαδα που έχουν υποστεί επεξεργασία εξευγενισμού και έλαια που έχουν παραχθεί απευθείας από ελιές”
δ) για το πυρηνέλαιο: “έλαιο που περιέχει αποκλειστικά έλαια που προέρχονται από επεξεργασία του προϊόντος που ελήφθη μετά την εξαγωγή του ελαίου και έλαια που ελήφθησαν απευθείας από τις ελιές”, ή
“έλαιο που περιέχει αποκλειστικά έλαια που προέρχονται από επεξεργασία πυρήνων ελιάς και ελαίων που παράγονται απευθείας από ελιές”.
Η παραπάνω πληροφορία μπορεί να αναγράφεται και στη δευτερεύουσα ετικέτα με μέγεθος γραμμάτων που δεν πρέπει να είναι μικρότερο του 50% των γραμμάτων της ονομασίας πώλησης. Πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παρ. δ του Κανονισμού 1019/2002, η ένδειξη της οξύτητας του ελαιολάδου αποτελεί προαιρετική ένδειξη και μπορεί να αναγράφεται πλέον μόνον εφόσον συνοδεύεται από ένδειξη με χαρακτήρες του ίδιου μεγέθους και στο ίδιο οπτικό πεδίο του δείκτη υπεροξειδίων, της περιεκτικότητας σε κηρούς και της απορρόφησης στο υπεριώδες φως, που καθορίζονται σύμφωνα με τον Καν. (ΕΟΚ) 2568/91.
Για την αναγραφή στην ετικέτα των προαιρετικών ενδείξεων που αναφέρονται στον Καν. 1019/2002, θα πρέπει να είναι δυνατή η τεκμηρίωσή τους. Όλες οι ενδείξεις που εμφαίνονται στη σήμανση πρέπει να παραμένουν αληθείς και εξακριβώσιμες από τις αναλύσεις που προβλέπονται από την νομοθεσία , έως την ημερομηνία καταναλώσεως του ελαιολάδου .
3. Στις περιπτώσεις τροφίμων που περιέχουν ελαιόλαδο είναι υποχρεωτική η αναγραφή της κατηγορίας του ελαιολάδου και του ποσοστού του στην ονομασία πώλησης.
4. Υπενθυμίζουμε ότι η αναγραφή της ένδειξης «ελληνικό προϊόν» στα «εξαιρετικά παρθένα» και «παρθένα» ελαιόλαδα επιτρέπεται μόνο εφόσον συνοδεύεται από ανεξίτηλη αναγραφή στη συσκευασία του κωδικού EL που έχει χορηγηθεί στους εμπορευόμενους τα ελαιόλαδα αυτά, από την Διεύθυνση ΠΑΠ Δενδροκηπευτικής – Τμήμα Ελαίας του Υπουργείου Γεωργίας, σύμφωνα με την Υπ. Απόφαση 220426/11-3-03 αρ. ΦΕΚ 285, σχετικά με την «διαδικασία χορήγησης έγκρισης για την αναγραφή της προέλευσης του ελαιολάδου».